Μετά τις επιτυχίες που έχει σημειώσει το Πρακτορείο μας, από το 1980, και από το 2000 στο internet, συνεχίζουμε σταθερά, με νέα ρεκόρ δημοσιεύσεων και αναπαραγωγή των ρεπορτάζ μας στα ΜΜΕ στην Ελλάδα και στον κόσμο. www.vouli.net * Ανάρτηση των δελτίων τύπου σε 24ωρη βάση, καθώς και φωτογραφιών για την προβολή στα Μ.Μ.Ε.

15/12/11

Απόστολος Ι. Παπατόλιας Γενικός Γραμματέας Ένωσης Περιφερειών Ελλάδος Πρόεδρος Επιστημονικής Επιτροπής για το «Επιτελικό Κράτος»

«Τα πικρά διδάγματα της διετίας»

Ο τρόπος και συχνά η αισθητική, που εξελίσσονται οι εσωκομματικές ζυμώσεις για την επόμενη μέρα του ΠΑΣΟΚ προκαλούν έντονη ανησυχία για το μέλλον του χώρου. Η παρατήρηση αυτή δεν έχει απλώς μια ψυχολογική διάσταση, αλλά μια βαθύτατα πολιτική σημασία.



Ο εσωκομματικός διάλογος δεν δείχνει, προς το παρόν, να διαθέτει το αναγκαίο ιδεολογικό-πολιτικό βάθος, ενώ πολλές, δήθεν «τολμηρές», δημόσιες τοποθετήσεις μάλλον απηχούν τακτικές προσωπικής διάσωσης και προβολής, παρά ευκρινείς προγραμματικές επιδιώξεις για την ανασύνταξη της Κεντροαριστεράς.
Πιεσμένα από την ογκούμενη λαϊκή δυσαρέσκεια, τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ δεν κρύβουν την αμηχανία τους, όταν πρόκειται να αποκωδικοποιήσουν πολιτικά τα μηνύματα της κοινωνίας. Αμήχανοι εμφανίζονται και όσοι θεωρούν ότι το κυρίαρχο αίσθημα οργής στην κοινωνία για την πολιτική της διετίας πρέπει να μεταφραστεί πολιτικά και υφολογικά σε οργή κατά της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ που οδήγησε το «καράβι στα βράχια». Δεν διστάζουν, μάλιστα, χωρίς καμία αίσθηση του μέτρου, να ακυρώσουν τον ίδιο τους τον εαυτό, διαγράφοντας αυθαίρετα και ανιστόρητα τη δική τους συνευθύνη για τη λάθος πορεία του εθνικού μας σκάφους. Κι εδώ προκύπτει το εύλογο ερώτημα: Αποτελεί άραγε ο συναγωνισμός σε αντιπαπανδρεϊκές κορώνες την απάντηση στο υπαρξιακό πολιτικό αδιέξοδο του προοδευτικού χώρου, ιδίως όταν συνδυάζεται με ισχνή, έως ανύπαρκτη, προγραμματική πρόταση για το αύριο;
Εκτιμώ ότι καμία προσέγγιση για την επόμενη μέρα δεν έχει νόημα εάν δεν προηγηθεί μία ειλικρινής και συστηματική προσπάθεια να αφομοιωθούν, μέσα από δημόσια αυτοκριτική, τα πικρά διδάγματα της διετίας 2009-2011, που το ΠΑΣΟΚ άσκησε τη διακυβέρνηση της χώρας.
Μία αυτοκριτική προσέγγιση, που αποτυπώνεται και σε δημόσιες παρεμβάσεις βουλευτών του ΠΑΣΟΚ (βλ. π.χ. «επιστολή των 6»), υποστηρίζει ότι ανεξάρτητα από τα εγγενή προβλήματα του Μνημονίου, αυτό απέτυχε, επειδή εφαρμόστηκε λάθος από την Κυβέρνηση. Κατά την άποψη αυτή, η ηγεσία υποβάθμισε το σκέλος των μεταρρυθμίσεων και των διαρθρωτικών αλλαγών, δίνοντας εσφαλμένα έμφαση στις περιοριστικές πολιτικές των εισοδημάτων (μισθών και συντάξεων).
Αυτού του τύπου ο απολογισμός, ακριβώς επειδή λέει τη μισή αλήθεια, είναι αδύναμος και αποπροσανατολιστικός. Εγκλωβισμένος στο παρωχημένο πλέον δίπολο «μνημονιακών-αντιμνημονιακών δυνάμεων», διστάζει αδικαιολόγητα να παραδεχτεί ότι το Μνημόνιο ενσωμάτωνε από τη φύση του ένα ακατάλληλο μίγμα πολιτικής για τα ελληνικά δεδομένα και ότι, ανεξάρτητα από την πιστή ή μη εφαρμογή του, θα οδηγούσε αναπόφευκτα στο φαύλο κύκλο της ύφεσης, επιτείνοντας τις δομικές αδυναμίες του παραγωγικού και διοικητικού μας συστήματος.
Μια αυθεντική και τολμηρή αυτοκριτική θα όφειλε αντιθέτως να αναγνωρίσει με παρρησία ότι στην εφαρμογή αυτής της εσφαλμένης συνταγής συρθήκαμε καταναγκαστικά ως χώρα, ασφυκτικά δεσμευμένοι από το συντηρητικό συσχετισμό των πολιτικών δυνάμεων που επικρατεί στην Ευρώπη, ήδη από το 2004. Εγκλωβισμένοι στο υπαρξιακό δίλημμα της δημοσιονομικής μας επιβίωσης, χωρίς κανένα ουσιαστικά περιθώριο αντίδρασης απέναντι στη μέγγενη της οικονομικής ορθοδοξίας που μας επέβαλαν οι δανειστές μας, βρεθήκαμε στο έλεός τους, χωρίς να διαθέτουμε ούτε τις δυνάμεις ούτε τους συμμάχους για να αντιπροτείνουμε και να εγγυηθούμε ένα διαφορετικό πολιτικό μίγμα ώστε να συνεχίσουμε να υπάρχουμε. Το δίλημμα ήταν δραματικό: Είτε αποδέχεσαι το νόμο του ισχυρότερου, επιλέγοντας να μείνει ζωντανή η χώρα στην ευρωπαϊκή οικογένεια με μια λάθος πολιτική, είτε αρνείσαι τη συνταγή και οδηγείσαι στην έξοδο από την Ευρωζώνη και την ανασφάλεια της δραχμής.
Εκείνο, ωστόσο, που δεν εξηγήθηκε ποτέ από το ΠΑΣΟΚ στους πολίτες ήταν το Εθνικό Σχέδιο για την επόμενη μέρα του Μνημονίου. Κανείς δεν μπήκε στον κόπο να πείσει την κοινωνία ότι διατηρούσαμε ως χώρα ακέραιη την προσδοκία να αλλάξει ο συσχετισμός δύναμης στο μέλλον, ώστε να επικρατήσουν προοδευτικότερες λύσεις για το ελληνικό πρόβλημα. Λύσεις, όπως εκείνες που προέρχονται από τους κόλπους της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας και προτείνουν ευρωομόλογο, ενιαία οικονομική διακυβέρνηση με όρους δημοκρατικής ισοτιμίας, τύπωμα νέου χρήματος και τροφοδότηση της ρευστότητας με μοχλό την ΕΚΤ και αναπτυξιακά πακέτα ενίσχυσης τύπου «Μάρσαλ» στις χώρες του Νότου, την ίδια στιγμή που οι κυρίαρχες συντηρητικές δυνάμεις γύρω από το Λαϊκό Κόμμα, του οποίου αναπόσπαστο μέρος είναι και ο κ. Σαμαράς, επιβάλλουν ετσιθελικά, γενικευμένη λιτότητα, δρακόντεια δημοσιονομική πειθαρχία, Ευρώπη άνισων και πολλαπλών ταχυτήτων και ηθικοπολιτική απομόνωση των «άσωτων χωρών».
Η αυτοκριτική αφομοίωση της κυβερνητικής διετίας θα επιτευχθεί κατά τη γνώμη μου μόνον όταν ότι το ΠΑΣΟΚ αναγνωρίσει με τόλμη και ειλικρίνεια τα προβληματικά συστατικά της συνταγής που οδήγησε την οικονομία σε ασφυξία και την κοινωνία σε απόγνωση. Ο κύκλος της αυτοκριτικής θα έχει ολοκληρωθεί μόνον όταν ομολογήσουμε ότι το Μνημόνιο δεν ήταν ποτέ «πολιτική ΠΑΣΟΚ», αλλά έξωθεν επιβαλλόμενη λύση των συντηρητικών κύκλων, που υιοθετήθηκε με το «μαχαίρι στο λαιμό» για να συνεχίσουν να πληρώνονται μισθοί και συντάξεις.
Η πολιτική αποδόμηση του Μνημονίου αποτελεί και τη μόνη ουσιαστική αυτοκριτική για τη διετία. Πρώτον, διότι διατηρεί ακέραιη την κριτική για τις αδικαιολόγητες καθυστερήσεις και την απαράδεκτη αναβλητικότητα στην προώθηση των αναγκαίων διαρθρωτικών αλλαγών. Δεύτερον, διότι μαζί με την προσδοκία για την αλλαγή του πανευρωπαϊκού συσχετισμού δύναμης, συνεχίζει να προτάσσει την ανάγκη για μια νέα Εθνική Μεταρρυθμιστική Πολιτική. Μια Πολιτική που θα ανατρέψει τη σημερινή συνταγή, συγκροτώντας παράλληλα το νέο Εθνικό Σχέδιο που θα κληθεί να υπηρετήσει η Κεντροαριστερά, τουλάχιστον για την επόμενη δεκαετία, στη χώρα μας.